Το πρώτο σημαντικό βήμα κάθε νέου ταξιδιού με προορισμό την εγκυμοσύνη και την απόκτηση ενός παιδιού είναι ο έλεγχος γονιμότητας. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να σχεδιαστεί με ασφάλεια το ιδανικό εξατομικευμένο σχέδιο εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Έλεγχος γονιμότητας στη γυναίκα
Ο έλεγχος γονιμότητας στη γυναίκα προβλέπει διάφορες διαγνωστικές εξετάσεις που εκτελούνται πριν από οποιαδήποτε θεραπευτική προσέγγιση, με στόχο να διαπιστωθεί η βασική αναπαραγωγική λειτουργία και το δυναμικό της. Έτσι, επιτυγχάνονται δύο πολύ σημαντικά πράγματα:
1ον την ασφάλεια του εμβρύου και της γυναίκας
2ον την επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής μεθόδου
Δειγματοληπτικός έλεγχος ιογενών και λοιπών λοιμωδών νόσων
Μία από τις βασικότερες εξετάσεις είναι ο προληπτικός έλεγχος για τα πιο κοινά λοιμώδη νοσήματα που μεταδίδονται στο έμβρυο μέσα από το ενδομήτριο. Αυτός ο έλεγχος εξετάζει για τυχόν παρουσία ηπατίτιδας B & C, HIV I και ΙΙ και σύφιλης. Παράλληλα, η γυναίκα υποβάλλεται σε έλεγχο για ερυθρά, τοξόπλασμα και CMV, διότι όλα αυτά ενδέχεται να οδηγήσουν σε αναπτυξιακές ανωμαλίες του εμβρύου.
Μέτρηση αντιμυλλέριου ορμόνης (Anti-mullerian hormone – AMH)
Η αντιμυλλέριος ορμόνη μάς δείχνει επακριβώς το αναπαραγωγικό δυναμικό της γυναίκας, ενώ αποτελεί και δείκτη της λειτουργίας των ωοθηκών. Η βασική μέτρηση αναφοράς της ορμόνης δύναται να χρησιμοποιηθεί ως προγνωστικός παράγοντας για την απόδοση των ωοθηκών τόσο στον φυσικό κύκλο όσο και για την ανταπόκρισή τους στη διέγερση, είτε πρόκειται για κανονική είτε για ήπια.
Έλεγχος κληρονομικών αιματολογικών νοσημάτων
Τα τεστ κληρονομικών αιματολογικών νοσημάτων είναι μια πιο οικονομική επιλογή που δίνει βασικές πληροφορίες για κοινά κληρονομικά αιματολογικά δεδομένα και παθήσεις, δηλαδή για αιμοσφαιρινοπάθειες και την ομάδα αίματος.
Πρέπει να γνωρίζουμε την ομάδα αίματος προκειμένου να μην προκληθούν επικίνδυνες ανοσολογικές αντιδράσεις του εμβρύου, αλλά και γιατί είναι σημαντικό όταν θα γίνει η αντιστοίχιση με δότρια γενετικού υλικού στα προγράμματα δωρεάς.
Ο έλεγχος για αιμοσφαιρινοπάθειες θα εντοπίσει τυχόν αναιμίες που θα μπορούσαν να μεταβιβαστούν στο έμβρυο εφόσον ενυπάρχουν στο γενετικό υλικό των γονέων.
Εξέταση θυρεοειδικής λειτουργίας
Τα τεστ αυτά αξιολογούν διεξοδικά τη θυρεοειδική ενδοκρινική λειτουργία μέσω μέτρησης των ορμονών TSH, T3 & T4 και προσδιορισμό των αντισωμάτων αντι-TPO και αντι-TG, με στόχο να εξεταστεί το ενδεχόμενο της αυτοάνοσης θυρεοειδοπάθειας. Ο ενδελεχής έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας της γυναίκας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του εμβρύου στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Παράλληλα, μελέτες έχουν αποδείξει ότι η θυρεοειδική λειτουργία μπορεί να έχει ρόλο και στην εμφύτευση.
Γενετικός έλεγχος
Μια σειρά ποικίλων τεστ εντοπίζουν τυχόν υποκείμενες γενετικές ανωμαλίες στο γενετικό υλικό των γονέων που θα μπορούσαν να κληροδοτηθούν στο έμβρυο. Πρόκειται κυρίως για καρυότυπο και έλεγχο της μετάλλαξης ΔF508 για την κυστική ίνωση. Επιπλέον, υπάρχουν και άλλα εργαλεία ελέγχου που μπορούν να αξιοποιηθούν εάν ο ιατρός κρίνει ότι χρειάζεται βάσει του ατομικού και οικογενειακού ιστορικού σας.
Γενικός γυναικολογικός έλεγχος
Πρόκειται για έναν σε βάθος κλασικό γυναικολογικό έλεγχο που εστιάζει όμως στο κομμάτι της γονιμότητας.
Τα βήματα που ακολουθεί ο εξειδικευμένος στη γονιμότητα Γυναικολόγος είναι τα εξής:
1. Λήψη αναλυτικού γυναικολογικού και μαιευτικού ιστορικού
2. Κλινική εξέταση των αναπαραγωγικών οργάνων και της πυέλου
3. Υπέρηχος εσωτερικών γυναικολογικών οργάνων
4. Εξέταση κολπικού και τραχηλικού επιχρίσματος
5. Ορμονικός έλεγχος αναφοράς του έμμηνου κύκλου
Οι παραπάνω εξετάσεις δείχνουν τις βασικές τιμές αναφοράς όλων των ορμονών που σχετίζονται με τον έμμηνο κύκλο και δίνουν σημαντικά δεδομένα για την εξατομίκευση και το σχεδιασμό του πλάνου θεραπείας σας. Οι ορμόνες που μετρούν τα τεστ αυτά είναι η Ωοθυλακιοτρόπος Ορμόνη (Follicle Stimulating Hormone – FSH), η Ωχρινοτρόπος Ορμόνη (Luteinizing Hormone – LH), τα Οιστρογόνα και η Προγεστερόνη. Επιπρόσθετος έλεγχος των επιπέδων προλακτίνης επίσης συστήνεται, καθώς επηρεάζει την αναπαραγωγική λειτουργία κατά τον έμμηνο κύκλο.
Διαγνωστική Υστεροσκόπηση
Η διαγνωστική υστεροσκόπηση είναι μια ενδοσκοπική μέθοδος που επιτυγχάνει την εκτίμηση της μητρικής κοιλότητας και του ενδομητρίου. Η καλή εικόνα του ενδομητρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για να εμφυτευθεί επιτυχώς το έμβρυο. Ταυτόχρονα, κατά τη διάρκεια ή μετά τη διαγνωστική υστεροσκόπηση, μπορεί να διενεργηθεί στοχευμένη θεραπευτική επέμβαση εάν εντοπιστούν υπερπλασίες, ανωμαλίες της μήτρας, πολύποδες κ.ά.
Εκτίμηση των σαλπίγγων
Οι σάλπιγγες είναι το βασικό όργανο για τη γονιμοποίηση, οπότε διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην αναπαραγωγή. Μάλιστα, ακόμη και στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, η καλή λειτουργία των σαλπίγγων επηρεάζει την ωοθηκική λειτουργία. Ο έλεγχός τους αφορά τη βατότητά τους ή την παρουσία τυχόν υδροσάλπιγγος, με φραγμένες ή διογκωμένες σάλπιγγες να είναι ενδεικτικές φλεγμονής και ίνωσης.
Επιπλέον έλεγχοι
Εκτός των παραπάνω, κάθε γυναίκα μπορεί να υποβληθεί και σε άλλους διαγνωστικούς ελέγχους, προαιρετικής φύσης, για να αναζητήσει ακόμη πιο αναλυτικές πληροφορίες για την αναπαραγωγική της λειτουργία ή για να διερευνηθούν περιπτώσεις συννοσηροτήτων, ιδίως όταν υπάρχει ιστορικό αποτυχημένων προσπαθειών τεκνοποίησης με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή.
Αυτής της κατηγορίας οι έλεγχοι ενδέχεται να οδηγήσουν στο υποβόσκον αίτιο της υπογονιμότητας και τελικά στην αντιμετώπισή του.